Γράφει η Ευαγγελία Τυμπλαλέξη // *
Αγαπημένε οδοιπόρε,
Σε μια μικρή διαστολή του χρόνου, ‘κει που βραδυπορούν του ρολογιού οι δείκτες, το «εν δυνάμει» και το «εν ενεργεία» τον ιστό του γίγνεσθαι υφαίνουν. Και τούτη του κολαστηρίου η τύρβη, μέσα στην οποία οι βιοτικές αναδεύονται μέριμνες για ν’ αποσπάσουν την προσοχή σου, πολύ απέχει για να ‘ναι η μοναδική εφικτή, αφού από καμία φυσική πραγμάτων τάξη δεν εκπορεύεται, κι αν μνεία θέλει να κάνει για τα θρυλούμενα περί σταθερότητας, μόνο αρνητικότητα αντανακλά.
Κι όπως, στερούμενος παντός κινήτρου αντίστασης απέναντι στην απελπισία, σε μακριά είχες βυθιστεί περισυλλογή, τα σφυρίγματα δεν άκουες των τραίνων και σ’ ανίατα απομονωτισμού αιχμαλωτίστηκες δίχτυα. Κι αλαφιάστηκες έτσι που όρμησε στ’ οπτικό σου πεδίο τούτη η αμαξοστοιχία, τόσο βλοσυρή και θρησκομανής, μ’ έντονο το στοιχείο του τυχοδιωκτισμού ν’ αποπνέει!
Και δεν ξέρω γιατί συνειρμικά ταξίδεψε ο νους στα βάθη των αιώνων, ίσως επειδή πάνω στις ράγες περιδινούνταν τώρα εκ νέου οι κονκισταδόρες, παρακινημένοι απ’ άσβεστη για πλούτο δίψα. Μα τούτος ο χορός λύγιζε αλλιώς τα κορμιά, και κάθε που οι ιθύνοντες δεν ήταν πλέον σε θέση να διευκρινίσουν τη γοητευτική κατά τ’ άλλα προσωπικότητα της δυσαρμονίας με τις υπάρχουσες αποδεδειγμένες κοσμοαντιλήψεις, σε δημαγωγικούς άρχισαν να προβαίνουν μεγαλοϊδεατισμούς.
Το φουγάρο κήρυττε από άμβωνος, υποστηρίζοντας τη χρεοκοπία της αιτιοκρατίας κι αναγεννώντας ταυτοχρόνως θέσεις ανορθολογισμού μ’ εμβέλεια. Τα κύματα του ήχου διαμήκη καμπύλωναν τις συνειδήσεις κι η ραδινότητα επιλεκτική, οιονεί διαμεσολάβηση της Θέμιδος ή αρωγός της απρόσκοπτης πορείας των κακουργηματικών εφαρμογών. Και τα κύματα του φωτός πάντα εγκάρσια στης αιθάλης τη σκιά, πρωταίτιους να ιχνηλατούν π’ επρόκειτο το ζην να εκμετρήσουν στης προσφυγιάς μπροστά το καταδιωκτικό απόσπασμα.
Στο ένα του καπνού δαχτυλίδι το σαρδόνιο απεικονίζεται του Φερνάντο Κορτές γέλιο, με πόση αλήθεια αγριότητα τα κράτη δεν κατέλυσε των Αζτέκων και των Μάγια; Κι η αψιά μυρωδιά μιας άλλης στεφάνης την αναλγησία του Φρανσίσκο Πιθάρο αναδίδει, την οσφραντική σου ερεθίζοντας ικανότητα. Και της ρινός σου τα ρουθούνια αίμα στάζουν. Όχι επειδή θυμήθηκες πως υπόταξε τους Ίνκας αλλά πως κι αυτός βασικό στέλεχος αποτελεί της αλέκιαστης «ευρωπαϊκής» σου κατασκευής. Κι όσο κι αν η πλειοψηφία σιωπά την επαίσχυντη στέργοντας τ’ αδικήματος μετάλλαξη από διαρκές σε στιγμιαίο, το συναπάντημα με την Ιστορία δεν θ’ αποφύγει. Ναι για Κείνη μιλώ, την αόρατη κυρά. Κι όπως τους χωροφύλακες με τα μακρύκανα αποτύπωσε στα κατάστιχά της, μη θαρρείς πως θα ξεχάσει να σμιλεύσει συλλήβδην της εξαθλίωσης την ιδιοποίηση. Και μην επαφίεσαι στων λογοκόπων τους εκσυγχρονιστικούς εκμαυλισμούς που τη θηλαία της βυζαίνουν άλω με βουλιμία επονείδιστη, κι εσένα αναλφάβητο καθιστούν, κι όχι επί του πρακτέου, με διορατικότητα πλέρια θα ‘λεγες, αλλά λειτουργικό.
Τρέξε σε παρακαλώ μη και προφτάσεις. Ενεός μη στέκεις, σαν αστροπελέκι ν’ αδράνησε τα σωθικά σου. Αυτό τ’ αγόρι, μοναχό κι εκτεθειμένο στα νύχια τ’ αδυσώπητου ζεύγους δυνατότητας-πραγματικότητας. Όχι δεν αναβιώνουν τη Φρείκης οι παιδουπόλεις. Αισχρότεροι είναι καθορισμοί π’ ο λογισμός σου δεν βάνει, κι όσο και να μετασχηματίσεις τα δεδομένα, επιστημονικά ή κοινωνικά, και τις αθώες φτέρες σου να μπολιάζεις, του Ήλιου η ακήρατος δόξα αναλώσιμο θα γενεί υλικό…
Ας μην επιβιβαζόταν τουλάχιστον τούτο τ’ αμούστακο παιδί!
Σιμώνει η αμαξοστοιχία!
Τρέξε σε παρακαλώ μη και προφτάσεις…
* Το γυροσκόπιο αντίληψης της Ευαγγελίας Τυμπλαλέξη οδυνάται για τα κακώς κείμενα στον Πλανήτη. Νιώθει να πάλλεται σε χώρο μαγνητικά απομονωμένο και η πυξίδα έχει χαθεί.