Quantcast
Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Κοινοί τόποι ιδεών

Γράφει ο Αντώνης Χαριστός // *

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

 

Από τον πεσιμισμό του Δημήτρη Παπαρρηγόπουλου

 

Η παλαιά/πρώτη αθηναϊκή σχολή χρονολογείται την περίοδο 1830-1880. Τα συστατικά της στοιχεία αποτελούσε η χρήση καθαρεύουσας γλώσσας στα πλαίσια του ρομαντισμού. Το ρεύμα του ρομαντισμού ενίσχυσε τις τάσεις υπέρβασης του κλασικιστικού ιδεώδους μέσα από την έμφαση στο συναίσθημα και τη φαντασία, προτάσσοντας την ελεύθερη οπτική του δημιουργού. Ο λυρισμός είναι αυθεντικός και όχι επιτηδευμένος. Το στοιχείο του μυστικισμού κυριαρχεί καθώς και η υπερβατική αντίληψη της ζωής χωρίς υλικούς όρους αναφοράς1. Η χρήση καθαρεύουσας γλώσσας την διαφοροποίησε από την Επτανησιακή σχολή η οποία πρόκρινε τη χρήση της δημοτικής. Η καθαρεύουσας, αρχαϊστική και απλή/λόγια, στόχευε στην αναπαράσταση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Η γλώσσα της λογοτεχνίας σε πανελλαδικό επίπεδο όφειλε να ακολουθήσει αυτές τις συντεταγμένες2.

Μέσω της ποίησης, ως προσφορότερο και ανώτερο λογοτεχνικό είδος, θα εκφραστεί το «οξυμένο θυμικό των Ελλήνων»3. Η ποίηση θα διακριθεί σε τρείς περιόδους παραγωγής με σημαντικότερη αυτή της ακμής 1850-1870 στην οποία θα λάβουν χώρα πανεπιστημιακοί ποιητικοί διαγωνισμοί με σκοπό την καλλιέργεια και προώθηση της ποίησης και της ελληνικής γλώσσας. Η επικράτηση, στους αθηναϊκούς λογοτεχνικούς κύκλους, της καθαρεύουσας οφείλεται στην πρόθεση να καταστεί η αρχαία κλασική ως πρότυπο για τη νέα ελληνική4.  Το τέλος των ποιητικών διαγωνισμών σε συνδυασμό με την παρακμή του ρομαντισμού στην ποίηση της δεκαετίας 1870-1880, υπήρξε το κύκνειο άσμα της παλαιάς αθηναϊκής σχολής, το οποίο εκφράστηκε μέσα από την θεματική του πένθους. Ο θάνατος και ο αρνητικός ψυχισμός κυριάρχησαν. Μεταξύ των ποιητών που εξέφρασαν την εν λόγω περίοδο ήταν και ο Δημήτρης Παπαρρηγόπουλος.

Ο Κ. Δημαράς αναφέρει σχετικά «ο Παπαρρηγόπουλος είταν το άστρο που ανέβαινε. είχε επιβληθεί στη θέση των λογίων με τη κοινωνική του θέση, με τη σοβαρότητα των σκοπών του και την επιλογή του στην επιδίωξή τους. Πολύμορφος, με πολλαπλές ικανότητες και πολλαπλά ενδιαφέροντα, άφηνε πεθαίνοντας νεώτατος, δίπλα στη λυρική του παραγωγή, θεατρικά έργα, μελέτες φιλοσοφικές, κοινωνικές, ιστορικές. Αν είχε επιζήσει, η δυνατή προσωπικότης του και η κοινή αναγνώριση που τον περιέβαλε θα ερρύθμιζαν για καιρό την τύχη των γραμμάτων μας, ακόμη και σε μία κατεύθυνση αντίθετη από εκείνη την οποία εχάραζε η ιστορία»5

Ο Γ. Χατζίνης στο περιοδικό Νέα Εστία σημείωνε για τον Παπαρρηγόπουλο πως υπήρξε εκφραστής εσωτερικών νοημάτων αποτυπώνοντας τα στην ποίησή του, ενώ έμεινε προσηλωμένος στη χρήση της γλώσσας της περιόδου και της παραδοσιακής δομής. Η απόγνωσή του εκφράστηκε μέσα από τον ρομαντισμό. Μία απελπισία η οποία ωστόσο συμβόλιζε την ανάγκη ευδαιμονίας, όπως προβλήθηκε στο γαλλικό ρομαντικό κίνημα6.

Η αρνητική στάση του ποιητή είναι μία φυσική κατάσταση πραγμάτων χωρίς περαιτέρω αντιδράσεις. Ταυτίζεται η ηττοπάθεια με την ψυχική διάσταση της ποιητικής του έκφρασης. Ο Χ. Αγγελομάτης υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, πως η εν λόγω προδιάθεση έναντι της πραγματικότητας οφείλεται εν πολλοίς και σε ανωμαλίες της σωματικής του ανάπτυξης7.

Στον Παπαρρηγόπουλο αντανακλάται η αλήθεια που πνέει τα λοίσθια. Μία αλήθεια η οποία μορφοποιείται στο στίχο του έρωτα και της αμοιβαιότητας του. Το ίδιο το ερωτικό κάλεσμα στην πραγματική του βάση δεν αναγνωρίζεται. Ο έρωτας αποκτά μεταφυσική ιδιότητα. Δεν ολοκληρώνεται στο βιολογικό κύκλο. Η έλλειψη πίστης στη ζωή ενισχύει μία τελευταία ελπίδα μέσω της μεταθανάτιας ενσάρκωσης του έρωτα. Αντιλαμβανόμενος την πραγματικότητα ως σκότος την περιγράφει χωρίς διέξοδο.8

Η χρήση της καθαρεύουσας ενέταξε τον Παπαρρηγόπουλο τους λογοτέχνες της πρόζας. Προβάλλοντας μέσα από την έμφαση της συντήρησης μία διαφορετική/ξένη πραγματικότητα. Το σχολαστικό πνεύμα της παραδοσιακής συνέχισης της γλώσσας, τον ακολουθεί και στην πεζογραφία απομακρύνοντας το προσωπικό/πρωτόλειο στοιχείο. Γι΄ αυτό και στα πεζά του κείμενα μοιάζουν στείρα χωρίς την ζωντανή οπτική10.  Στην ποίηση δίνει έμφαση στη μορφή υποσκελίζοντας την θεματική υπό την επίδραση της γλώσσας. Η εξισορρόπηση μορφής και γλώσσας υπονόμευσαν τη θεματική.

Η γλώσσα μολονότι εντάσσεται στα πλαίσια που ανέφερα ωστόσο παρεκκλίνει από τη χρήση επιθέτων, λόγιων λέξεων και σκοτεινών περιγραφών. Αντίθετα, απηχεί το περιεχόμενο του λυρισμού των στίχων. Αποφεύγοντας παρομοιώσεις και μεταφορές, στομφώδη σχήματα και άλογη χρήση νοημάτων, επιχειρεί την προβολή φιλοσοφικού υποβάθρου σε συνδυασμό με την ψυχική του κατάσταση.  Η δραματικότητα αντιστοιχεί σε σύμβολα ως τεχνική μορφή επεξεργασίας. Τα σύμβολα αντιστοιχούν σε πρόσωπα και καταστάσεις. Στο ποίημα που θα εξετάσω η ανθρωπιστική οπτική μορφοποιείται σε σύμβολο μηδενικής αξίας11.

Πέραν των εξωτερικών γνωρισμάτων του ρομαντικού κινήματος, η ποίησή του διατηρεί ιδιαίτερη σχέση με τη μελαγχολία. Η τελευταία ενισχύει την οπτική που αναγνωρίζει το περιορισμένο στη ζωή και το θάνατο ως υπερβατική επιλογή. Τα αντιθετικά συναισθήματα γεννούν αρνητική διάθεση. Το αινιγματικό στοιχείο για την ίδια τη ζωή ενυπάρχει στην ποιητική του σύνθεση12.  Ο εσωτερικός αγώνας του ατόμου, η ανάγκη λύσης στην ψυχική αντίθεση, οι φιλοσοφικές ανησυχίες και η ματαιότητα των πτυχών του ανθρώπινου βίου, σε αυτό το πλαίσιο ο θάνατος προβάλλεται ως ιδανική επιλογή13. Οι έννοιες και οι αξίες της ελευθερίας, του έρωτα, της κοινωνίας, αντιμετωπίζονται ως άνευ περιεχομένου ιδεαλιστικές περιγραφές ενός συμβατικού κόσμου.

Το άτομο αντιμετωπίζει μονάχο του τη βούληση της Θείας Πρόνοιας και την τραγικότητα της Μοίρας γι αυτό και ο ίδιος στρέφεται ενάντια στο Θεό και την κοινωνική αναλγησία και αδικία. Ο θάνατος και η ζωή αναγνωρίζονται σε μία αέναη διαδικασία με επίκεντρο την αθανασία της ψυχής14.

Η σχέση του Παπαρρηγόπουλου με το ρομαντικό κίνημα δεν είναι επιφανειακή. Δεν επέδειξε στοιχεία επιτηδευμένης σεμνοτυφίας αλλά πηγαίας απαισιοδοξίας15. Δεν επεδίωξε την αυτοπροβολή. Αντίθετα, βίωνε τον πόνο και την απογοήτευση ως καθημερινότητα. Με επιρροή από τον Λεοπάρντι και τον Μυσσέ, τον Λαμαρτίνο και τον Βινιό διαμόρφωσε ένα καθαρό μηδενισμό16.

Αξίζει να σταθούμε, τέλος, στην αποτίμηση της ποίησης του Παπαρρηγόπουλου από τον Κωστή Παλαμά. Τον χαρακτηρίζει ως φιλοσοφημένο ποιητή με τραγούδια εμπνευσμένα από τον πεσιμισμό. Το έργο του διαπνέεται από αλήθεια, ειλικρίνεια και αυθεντικότητα17.

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

..στον αρνητικό ψυχισμό του Κώστα Καρυωτάκη

 

Η τέχνη των νεορομαντικών στα ιστορικά της συμφραζόμενα εξέφρασε την απόγνωση και αποστασιοποίηση του ατόμου από τον περιβάλλοντα κόσμο. Ο ατομικός ψυχισμός μετατρέπεται σε καταφύγιο του προσωπικού βιώματος. Βίος και καλλιτεχνική έκφραση ταυτίζονται19. Σε αντίθεση με το λόγιο χαρακτήρα του πρώιμου ρομαντισμού, σε αυτόν τους μεσοπολέμου κυριαρχεί ο λόγος του δημοσίου υπαλλήλου. παράλληλα εκφράζονται τα δυτικότροπα ρεύματα του συμβολισμού και του αισθητισμού μέσα από την τάση υπέρβασης και φυγής από την πραγματικότητα20.

Για να κατανοήσουμε την ποίηση του Καρυωτάκη θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο της εποχής καθώς και την ιδιότητα του ως δημόσιος υπάλληλος. Η ποίησή του αντανακλά την διάψευση της Μεγάλης Ιδέας και τα αποτελέσματα της μικρασιατικής καταστροφής21. Βιώνει παράλληλα την οικονομική εξάρτηση και τον κοινωνικό περιορισμό λόγω του κοινωνικού του ρόλου22.

Στην ποίηση του Καρυωτάκη έκδηλη είναι η απόσταση του ποιητικού υποκειμένου από την εξωτερική πραγματικότητα, μία απόσταση η οποία δεν οδηγείται σε λύση αλλά σε ρήξη22. Ο Γ. Κορδάτος περιγράφει την ποίησή του ως εξής, «Δεν υπάρχει ούτε ένα ποίημα μέσα στις τρεις συλλογές του που να εκφράζει τη χαρά της ζωής, που να δείχνει πως ο Καρυωτάκης οραματίζεται νέους ορίζοντες και αγκαλιάζει νέα ιδανικά. Σύντροφός του είναι η πίκρα, η μελαγχολία και στόχος ο χάρος»23

Ο ρεαλισμός του εντάσσεται σε θεματικούς κύκλους οι οποίοι περιλαμβάνουν ανθρώπινες συμπεριφορές, κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα25. Ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία λειτουργούν ως στίγμα στην κοινωνική αδιαφορία και τον κομφορμισμό. Η ειρωνεία στον Καρυωτάκη διαφοροποιείται από αυτή του Καβάφη καθώς στο τελευταίο αναδεικνύονται τα ανθρώπινα μειονεκτήματα ενώ στον Καρυωτάκη η ειρωνεία αποκτά το χαρακτήρα άρνησης απέναντι στον άνθρωπο και τον εαυτό του26. Δεν λείπουν και τα χαρακτηριστικά ποιητικής η οποία συνδέει την κοινωνική θέση του ποιητή με την υπαρξιακή αγωνία, την αδυναμία εκλογής εναλλακτικών λύσεων και οπτικών σε συνδυασμό με την παρακμή του ρόλου της ποίησης στην κοινωνική λειτουργία27. Η ποιητική του εντάσσεται στο γαλλικό ρεύμα του συμβολισμού. Τα στοιχεία που τον διέκριναν ήταν οι μελαγχολικές εικόνες και ο αρνητικός ψυχισμός, η αντίληψη των αφηρημένων εικόνων και της μελωδικής απόδοσης. Εκπροσωπεί το ρεύμα σκέψης που θέλει το ποιητικό υποκείμενο δέσμιο της κοινωνικής πραγματικότητας με την οποία βρίσκεται σε σύγκρουση. Μία αντιπαράθεση η οποία υπερβαίνει τα όρια ζωής και τέχνης. Στα πλαίσια αυτά η ποιητική του διαφοροποιείται από την αντίστοιχη των Παλαμά-Σικελιανού και των νεορομαντικών που θέλουν τον ποιητή καθοδηγητή του πλήθους σε ιδεώδη28.

Ο  Τάσος Βουρνάς ωστόσο δίνει μία διαφορετική εικόνα της ποιητικής του.  Υποστηρίζει πως μέσα από τη λυρική και αισθητική, σαρκαστική και σατυρική έκφραση, υπονομεύει και αρνείται τις αστικές αξίες. Η αποστροφή στις παραδειγματικές αξίες οδηγεί σε συνειδητή αντίδραση μέσω της ποίησης. Όλες οι αντιλήψεις και οι εικόνες που αναπαράγουν την καθεστηκυία τάξη  πραγμάτων αποδομούνται στην ποίηση του. Προβάλει τον επαναστάτη-ποιητή που έρχεται σε σύγκρουση με τις καθεστωτικές αντιλήψεις μέσα από την ατομική εναντίωση με κοινωνικοφιλοσοφικό υπόβαθρο29.

Το χάσμα που τον χώριζε από τον εξωτερικό περίγυρο και την εποχή του, το επεξεργάστηκε ατομικά και όχι συλλογικά. Μολονότι αρνητής των γνωρισμάτων του αστικού πολιτισμού, ωστόσο δεν ενέταξε την άρνησή του στον πλαίσιο της Αριστεράς μολονότι πλησίασε τα όριά της ιδεολογικής διαπάλης29.

Η γλώσσα στον Καρυωτάκη αποτελεί συνδυασμό καθαρεύουσας και δημοτικής. Διατήρησε αποστάσεις από την πρώτη και την ιδεολογική της χρήση από την ποιητική παραγωγή της «Γενιάς του ‘80». Σε αρκετές των περιπτώσεων υπαγορεύτηκε η χρήση καθαρεύουσας από την δημοσιοϋπαλληλική του θέση και τα ήθη που της αναλογούσαν. Επί της ουσίας δεν προκάλεσε αλλαγές στο στίχο διατηρώντας τα γνωρίσματα της παραδοσιακής έμμετρης ποίησης με ιαμβικό ρυθμό, την ομοιοκαταληξία κτλ. Ωστόσο εξέφρασε τον περιορισμό του στοίχου στα παραδοσιακά σχήματα σε συνδυασμό με την κοινωνική καταγγελία30.

Ο Χάρης Πέτρος γράφει, «Η λυρική διάθεση ολόκληρη, ανόθευτη, αλέκιαστη και μαζί της τα πιο χτυπητά στοιχεία της σάτιρας, η οδυνηρή προσγείωση στην πραγματικότητα, η πεζολογική έκφραση ανανεωμένη βέβαια μέσα σε μία δυνατή ιδιοσυγκρασία, ο λιτός λόγος που επιβάλει η στυγνή ζωή στις γρήγορες και τραχιές διαπραγματεύσεις της. Το όνειρο και ο θυμός, ο ρεμβασμός και η βλαστήμια, ο λυγμός και η κραυγή, το κελάηδημα και η κατάρα. Η σελίδα αυτή είναι ολωσδιόλου νέα στην ελληνική λογοτεχνία.»31 Εν τέλει, το στοιχείο το οποίο προσκόμισε στη νεοελληνική ποίηση ο Καρυωτάκης δεν ήταν η μορφική επεξεργασία όσο η επιλογή αποτύπωσης υπαρξιακών ζητημάτων. Η τραγικότητα της ποίησης απέκτησε νέα διάσταση προβάλλοντας την μέσα από την σάτιρα, τη νομοτελειακή πορεία του ανθρώπου στο θάνατο, «μετασχηματίζοντας το μυστήριο της σάρκωσης του σε βίωμα μιζέριας και πνιγηρής καθημερινότητας».32

Ο Θ. Κωσταβάρος υποστηρίζει πως η έννοια του θανάτου στον Καρυωτάκη δεν εκλαμβάνεται αυτούσια σε περιεχόμενο. Αυτό το οποίο προκρίνει ο ποιητής δεν είναι η άρνηση της ζωής αλλά στην χρονική αισθητική της ματαιότητας και του εφήμερου. Σε αυτό το πλαίσιο γενικευμένου αδιεξόδου ο ποιητής αναγνωρίζει τη διάσταση του χρόνου που αποκαλύπτει την έλλειψη αξίας του ατόμου ως κοινωνικό υποκείμενο.33 Επομένως  ο θάνατος συνδέεται με το χρόνο ως βιωματική αίσθηση. Λειτουργεί ως μεταποιητικός μηχανισμός της ύλης, της ενέργειας, της αξίας στα «πνευματικά και υλικά γεγονότα»34. Η στάση του δεν είναι μονόπλευρη σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Μολονότι δεν επιδίδεται σε ταξική ανάλυση ωστόσο η ιδεολογική προσέγγιση προσώπων και πραγμάτων, εγκολπώνεται στη λειτουργία της ποίησης. Η τελευταία δίνει περιεχόμενο και νόημα σε έννοιες όπως χρόνος, φιλοσοφία, οντολογία.

Στους δύο λοιπόν ποιητές εμφανίζονται κοινές θεματικές, ιδεολογικές, γλωσσικές και μορφικές επιλογές. Το στοιχείο που τους διαφοροποιεί είναι το ερέθισμα. Περισσότερο λόγιες καταβολές του Παπαρρηγόπουλου, ιστορικοκοινωνικά συμφραζόμενα στον Καρυωτάκη.

 

 

O Αντώνης Χαριστός είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής σχολής ΑΠΘ. Απέκτησε ειδίκευση στη Νεότερη Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία. Παράλληλα σπούδασε δημοσιογραφία με κατεύθυνση πολιτική σύνταξη, αρθρογραφία και ρεπορτάζ. Παρακολουθεί μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του ΕΑΠ.

 

__________________

1Γ.Μ. Παπαχατζής, Κύρια γνωρίσματα του ρωμαντισμού, Νέα Εστία, τ. 110, τχ 1307, (1981), σ. 253-254

2Λάμπρος Βαρελάς, κ.ά., (2008).  Γράμματα ΙΙ. Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ός αιώνας). Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία (19ος και 20ός αιώνας). Εγχειρίδιο Μελέτης, Β΄ έκδοση, ΕΑΠ, Πάτρα, σ. 66

3ό.π., σ. 131

4ό.π., σ. 134

5Κωνσταντίνος Δημαράς, Ελληνικός ρωμαντισμός, Ερμής, Αθήνα, 1994, σ. 216

6Γιάννης Χατζίνης, Δημ. Κ. Παπαρρηγόπουλος, (Απελπισία χωρίς διέξοδο), Νέα Εστία, ατ 94,  τχ. 1115, (1973), σ. 152

7Χρήστος Αγγελομάτης, Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, Νέα Εστία, ατ 94,  τχ. 1115, (1973), σ. 159

8 Χατζίνης, ό.π., σ. 153-154

10Χατζίνης, ό.π., σ. 156

11Γιώργος Φρέρης, Απήχηση της απαισιοδοξίας του Δημ. Παπαρρηγόπουλου στη νεοελληνική ποίηση,  Νέα Εστία, ατ 94,  τχ. 1115, (1973), σ. 166

12ό.π., σ. 166

13ό.π., σ. 167

14ό.π., σ. 171

15Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1985, σ. 178

16Φρέρης, ό.π., σ. 165

17Κωστής Παλαμάς, Ένας λεοπραδικός ποιητής, Ποικίλη Στοά, τ. 16, τχ. 1, (1914),  σ. 309

18Αγγελομάτης, ό.π., σ. 160-161

19Κώστας Στεργιόπουλος,  Η αθηναϊκή νεορομαντική σχολή του μεσοπολέμου, Νέα Πορεία, τχ 61, Θεσσαλονίκη, (1960), σ. 69

20ό.π., σ. 71

21Roderick Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία, Νεφέλη, Αθήνα, 1996, σ. 168

22 Βαρελάς, ό.π., σ. 322

23Πολίτης, ό.π., σ. 248

24Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τόμος Β, Επικαιρότητα, Αθήνα, 1983, σ. 659

25Βαρελάς, ό.π., σ. 324

26Beaton, ό.π., σ. 172

27Βαρελάς, ό.π., 325

28ό.π., σ. 327

29Τάσος Βουρνάς, Η κοινωνική συγκυρία στην ποίηση του Καρυωτάκη, Η Λέξη, τχ 79-80, 1988, σ. 830

29ό.π., σ. 831

30Πολίτης, ό.π., 248

31Πέτρος Χάρης, Κώστας Καρυωτάκης.Η ποιητική ανανέωση, Νέα Εστία, τ. 139, τχ 1655, (1996), σ. 783

32Αντώνης Φωστιέρης, Το «μηδέν και το άπειρο» ενάντια στην «κάθε πραγματικότητα», Η Λέξη, τχ 79-80, (1988), σ. 835

33Θανάσης Κωσταβάρας, Ο ονειροπόλος Καρυωτάκης και η αμφίσημη αίσθηση του χρόνου μέσα από το έργο του, Η Λέξη, τχ 79-80, (1988), σ. 853

34ό.π., σ. 854

 

 

 


Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Trending Articles