Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης // *
«Το πρώτο του κλάμα ακούστηκε στο σπίτι του Κόντε Νικολάου Σολωμού και τα πρώτα του βήματα περπάτησαν στη γη του Τζάντε. Το ανηφορικό μονοπάτι της γνώσης τον οδήγησε στην Ιταλία, αλλά την κορυφή του ποιητικού παρνασσού την κατέκτησε στην Ελλάδα. Η ποίησή του νοηματοδότησε αξίες, ιδέες ιδανικά και καθιέρωσε την δημοτική γλώσσα σε μια περίοδο που η ελληνική λογοτεχνία ήταν αδιαμόρφωτη, ενώ ταυτόχρονα εμαίνετο η πάλη καθαρεύουσας και λαϊκής γλώσσας, η οποία περιείχε πολλά ξένα στοιχεία (τουρκικές, βενετσιάνικες, αρβανίτικες λέξεις και εκφράσεις, ανάλογα με την περιοχή και τους κατακτητές)».
Η ζωή και το έργο του Διονυσίου Σολωμού (1798-1857) εκατόν εξήντα χρόνια μετά το θάνατό του είναι γνωστά, όπως οι σπουδές στην Ιταλία (1808-1818), οι οποίες διαμόρφωσαν μια λόγια προσωπικότητα μπολιασμένη με τις ιδέες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αγάπης για την πατρίδα, καθώς και οι ποιητικές του δημιουργίες που χωρίζονται σε δυο περιόδους: τη ζακυνθινή (1818-1828) και την κερκυραϊκή (1828-1857).
Η πρώτη περίοδος, σύμφωνα με τον Κωστή Παλαμά, χαρακτηρίζεται από λυρικές και επικολυρικές ποιητικές συνθέσεις, οι οποίες έχουν τρεις θεματικές αναφορές (όπως και όλη η Επτανησιακή Σχολή): την πατρίδα, τη θρησκεία και την γυναίκα. Τα έργα αυτής της περιόδου ανήκουν στο αισθητικό ρεύμα του ιταλικού νεοκλασικισμού, με χαρακτηριστικά στοιχεία την ισορροπία, την αρμονία και την τελειότητα, τα οποία συνδυάζονται με προρομαντικά στοιχεία. Οι ποιητικές δημιουργίες επηρεάζονται από τις φιλελεύθερες ιδέες και το γαλλικό Διαφωτισμό. Το σημαντικότερο ποίημα είναι ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν που απηχεί την ιδεολογικοπολιτική θέση του Σολωμού.
Η δεύτερη σολωμική περίοδος ανήκει στο αισθητικό ρεύμα του ρομαντισμού, το οποίο χαρακτηρίζεται από την αποσπασματικότητα, τη στροφή στον λαϊκό πολιτισμό, τη χρήση της δημοτικής γλώσσα, τις αναφορές στη φύση, καθώς και την σύζευξη ποίησης-μουσικής και φιλοσοφίας. Οι ποιητικές δημιουργίες είναι εκτενείς και έχουν δραματικό χαρακτήρα με αφηγηματικά στοιχεία. Επηρεάζονται από τη φιλοσοφία του γερμανικού ιδεαλισμού (κυρίως από τον φιλόσοφο Hegel) και περιστρέφονται γύρω από δυο αντιθετικά δίπολα: φύση-ελευθερία και θρησκεία-θάνατος (ενίοτε ο έρωτας). Εδώ η έννοια της ελευθερίας εξελίσσεται και γίνεται μεταφυσική, καθώς αφορά την απελευθέρωση της ανθρώπινης ψυχής, ενώ ο θάνατος υπερβαίνεται από την χριστιανική πίστη. Τα σημαντικότερα ποιητικά συνθέματα αυτής της περιόδου είναι: ο Κρητικός, ο Πόρφυρας και η κορυφαία ποιητική του δημιουργία, οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι.
Το ερώτημα είναι αν οι προαναφερόμενες αξίες και ιδέες της ποίησης του Σολωμού έχουν θέση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Σήμερα ζούμε μια κρίση αξιών, θεσμών, ανθρώπινων σχέσεων, πολιτικών ιδεολογιών και ορθόδοξης θρησκευτικής πίστης. Σ’ αυτό, βέβαια, συμβάλλουν η μεταιχμιακή γεωγραφική και ιστορική θέση της χώρας, η οποία δημιούργησε τρεις διακριτές πολιτισμικές ταυτότητες (και νοοτροπίες) στον Νεοέλληνα: την ευρωπαϊκή, τη βαλκανική και την ανατολίτικη. Αυτό εξηγεί την ελληνική ιδιαιτερότητα, η οποία εκδηλώνεται στην πολιτική, στην κοινωνία, στον πολιτισμό και στην οικονομία. Αυτή η ιδιαιτερότητα δεν είναι κατ’ ανάγκη κακή, απλά δεν είναι κατανοητή, πρώτα από τους ίδιους τους Έλληνες και μετά από τους άλλους. Έτσι, η κρίση βαθαίνει στη χώρα μας, καθώς αυξάνεται η αμφιβολία και η έλλειψη εμπιστοσύνης τόσο προς τον συνάνθρωπο όσο και προς τους θεσμούς και τις αξίες της ελληνικής κοινωνίας. Η λύση αναζητήθηκε στα μνημόνια, τα οποία, όμως, στόχευσαν μόνο στην οικονομική παλινόρθωση της χώρας. Ο παράγοντας άνθρωπος δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη παρά μόνον ως εργατικό δυναμικό και οικονομικός αιμοδότης του χρεωκοπημένου συστήματος, με αποτέλεσμα την αποτυχία. Συνεπώς, μήπως ήρθε η ώρα να στραφούμε σε κλασικές, αλλά πάντα επίκαιρες πανανθρώπινες αξίες που στο παρελθόν ήταν σεβαστές από τον λαό μας;
Αυτές οι διαχρονικές ιδέες και αξίες, οι οποίες προαναφέρθηκαν, εμπεριέχονται στο ποιητικό έργο του Διονυσίου Σολωμού και μπορούν να δώσουν απαντήσεις και λύσεις, καθώς είναι πνευματικές άγκυρες, ατομικές και εθνικές. Τα ανθρωπιστικά ιδεώδη αυτής της ποίησης μπορούν να καλλιεργηθούν από την οικογένεια και τις διάφορες σχολικές βαθμίδες εκπαίδευσης, ώστε να ξαναγυρίσουμε σ’ έναν ανθρωποκεντρικό πολιτισμό που αναγνωρίζει και σέβεται την αξία της ψυχής και του σώματος. Αυτό δεν σημαίνει άρνηση ή υποβάθμιση του ηγεμονικού τεχνοκρατικού πολιτισμού, ο οποίος βελτίωσε την καθημερινότητα και άνοιξε νέους ορίζοντες στην επιστήμη, αλλά μια αρμονική συνύπαρξη και γόνιμη αλληλεπίδραση με αυτές τις αξίες. Η επιλογή είναι δική μας αρκεί να πιστέψουμε σε αυτή την συμπόρευση, να κάνουμε τα δυο πρώτα βήματα που προτείνει ο ποιητής: «Πρέπει πρώτα με δύναμη να συλλάβει ο νους κι έπειτα η καρδιά θερμά να αισθανθεί ότι η καρδιά συνέλαβε» και να τα εφαρμόσουμε.
* Ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός και πολιτισμολόγος. Κατάγεται από τα Χανιά και εργάζεται στο ιατρείο του στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι συγγραφέας πέντε ερευνητικών βιβλίων για την μουσικοχορευτική παράδοση της Κρήτης και χορευτής ελληνικών παραδοσιακών χορών για 36 χρόνια.