Quantcast
Channel: Δοκίμιο • Fractal
Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Το πρώιμο θεατρικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη

$
0
0
Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης //

 

Αντώνης Γλυτζουρής «Πόθοι αετού και φτερά πεταλούδας» από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2009.

 

Ο πολυδιάστατος Νίκος Καζαντζάκης, αν και είναι ευρέως γνωστός για τα μυθιστορήματά του, είναι εξίσου σημαντικός για τα 21 θεατρικά του έργα, τα οποία έγραψε σε χρονικό διάστημα 40 ετών. Το κλασικό πλέον βιβλίο του Αντώνη Γλυτζουρή Πόθοι αετού και φτερά πεταλούδας αναφέρεται στο πρώιμο θεατρικό έργο του Κρητικού συγγραφέα, το οποίο περιλαμβάνει πέντε έργα της περιόδου 1906-1910: Ξημερώνει, Έως πότε, Φασγά, Κωμωδία και Πρωτομάστορας.

Το παρόν πόνημα χωρίζεται σε τρία μέρη, όπου στο πρώτο αναφέρεται στις σχέσεις των έργων του Καζαντζάκη με τις ευρωπαϊκές θεατρικές πρωτοπορίες. Το δεύτερο εξετάζει τη σύνδεση με τα ιδεολογικά ρεύματα της εποχής του και το τρίτο αναλύει τις «επιπτώσεις της πρόσληψης σε σχέση με την εξέλιξη του νεοελληνικού θεάτρου».  Όλα αυτά μέσα στα πλαίσια της πολιτικής και της κοινωνίας της Κρήτης και της Ελλάδας όπως αυτές διαμορφώνονται την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, με το Κρητικό Ζήτημα (Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα), την Κρητική Πολιτεία (1898-1913), το Μακεδονικό Ζήτημα (1904-1908) και το κίνημα στο Γουδί (1909).

Αυτή τη χρονική περίοδο ο νεαρός Νίκος Καζαντζάκης αναζητεί την λογοτεχνική του ταυτότητα σε σχέση με την Ευρώπη, την Ελλάδα και την Κρήτη. Η βαριά σκιά του Παλαμά, ο δημοτικισμός με τον οποίο συντάσσεται, το έλλειμμα θεατρικής γνώσης-παιδείας που του κληροδότησε η γενέτειρά του και οι ευρωπαϊκές λογοτεχνικές επιρροές καθορίζουν το θεατρικό του έργο.

Οι θεατρικές του αναζητήσεις ξεκινούν με την προσπάθεια ρήξης με τον ευρωπαϊκό Ρομαντισμό και τα κλασικά μοτίβα της ηθογραφίας και του ιστορικού δράματος, τα οποία είχε υιοθετήσει το νεοελληνικό θέατρο των αρχών του 20ου αιώνα. Οι Έλληνες λογοτέχνες αυτή την περίοδο υποστηρίζουν ένα «εθνικό θέατρο» με προτεραιότητες την δραματουργική τέχνη και τη γλώσσα (υπάρχει το Γλωσσικό Ζήτημα, καθαρεύουσα ή Δημοτική) αντί για το «ελεύθερο» θέατρο και την θεατρική τέχνη καθεαυτή.  Ο Καζαντζάκης προσπαθεί να εκσυγχρονίσει το νεοελληνικό θέατρο γονιμοποιώντας τη θεματολογία, τη δράση και τους ήρωες των έργων του με τα αντίστοιχα έργα των μεγάλων ευρωπαίων θεατρικών συγγραφέων. Επίσης, επηρεάζεται και συνδιαλέγεται με τα αισθητικά ρεύματα και τις ιδέες μεγάλων φιλοσόφων του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.

Έτσι, στο Φασγά διακρίνονται οι επιρροές των νατουραλιστών Γκέοργκ Χάουπτμαν και Χάινριχ Ίψεν, αν και ο Καζαντζάκης δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει τις ιψενικές  τεχνικές του «καλοφτιαγμένου έργου» και του «έργου με θέση». Εντούτοις, οι συμβολιστικές επιρροές του Ίψεν φαίνεται ότι υπάρχουν στο Φασγά, όπως και μικρές (συμβολιστικές) επιρροές από τον Μώρις Μάτερλιγκ στην Κωμωδία. Ο ηρωολατρικός βαγκνερισμός αφομοιώνεται γόνιμα στην τραγωδία ο «Πρωτομάστορας», ενώ ο Αισθητισμός μέσω του Όσκαρ Ουάϊλντ και του Γκαμπριέλε Ντ’ Αννούντσιο κάνει την εμφάνισή του στο Φασγά και τον Πρωτομάστορα. Μεγαλύτερη συνάφεια υπάρχει με το ρεύμα της Παρακμής (μέσω του Ντ’ Αννούντσιο), το οποίο φαίνεται στα έργα Ξημερώνει, Κωμωδία και Πρωτομάστορας. Όσον αφορά τον Εξπρεσιονισμό, το έργο Μαύρες μάσκες (1907) του Λεονίτ Αντρέγιεφ φαίνεται ότι επηρεάζει τον χαρακτήρα του Λώρη στο Φασγά.

 

Αντώνης Γλυτζουρής

 

Οι Γάλλοι φιλόσοφοι Μπερξόν και Μπαρές, όπως και η πρόσληψη του γαλλικού  νιτσεϊσμού (όχι του ίδιου του Νίτσε κατά τον Δημαρά) είναι καθοριστικής σημασίας για τα έργα του και κυρίως για την Κωμωδία και τον Πρωτομάστορα, καθώς και οι τρείς φιλόσοφοι θεωρούνται αντιρασιοναλιστικά σύμβολα. Με τον τρόπο αυτό, ο Καζαντζάκης στρατεύεται με το αντι-Διαφωτιστικό κίνημα, την αντιλογοκρατία.

Η αφομοίωση αυτών των θεωριών μαζί με την στροφή στον Βουδισμό και τον Ελευθεροτεκτονισμό (1907) επηρεάζουν το θρησκευτικό συναίσθημα του νέου λογοτέχνη, ο οποίος μετά το Φασγά αμφισβητεί την επίσημη θρησκεία και αρχίζει να οργανώνει τη δική του νέα θρησκεία (τη «μεταχριστιανική»), όπως φαίνεται στον Πρωτομάστορα, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στον ασκητισμό μέσω της μίξης του χριστιανισμού με τον αρχαιοελληνικό Γνωστικισμό. Σ’ αυτή τη τραγωδία, σύμφωνα με τον Γλυτζουρή, φαίνεται και η πολιτική επιλογή του Καζαντζάκη, δηλαδή η στροφή στον αυταρχισμό και τον ελληνικό εθνικισμό (Ίων Δραγούμης και Περικλής Γιαννόπουλος). Σ’ αυτό συντελούν η θεωρία του Κοινωνικού Δαρβινισμού (ιδεολογία με ανταγωνιστική θεώρηση της φύσης) και η θεωρία του Υπεράνθρωπου του Νίτσε. Όλα αυτά αποτελούν συστατικά του ασκητικού καζαντζακικού υπεράνθρωπου που οδηγεί στον ήρωα-άγιο, καθώς ο Καζαντζάκης εξοντώνει τα ένστικτα του υπεράνθρωπου.

Στον Πρωτομάστορα – τη βάση όλων των μετέπειτα τραγωδιών – ο Καζαντζάκης εκδηλώνει και τον μισογυνισμό του στα πλαίσια των αυταρχικών ιδεολογιών του. Αντίστοιχα, στην ίδια τραγωδία καθιερώνει την ηρωολατρεία με τα ρομαντικά μυθικά «βυρωνικά» χαρακτηριστικά των ηρώων του Σκωτσέζου ρομαντικού συγγραφέα του πρώτου μισού του 19ου αιώνα Τόμας Καρλάιλ.

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι ο κρητικός λογοτέχνης υιοθετεί μια αντιφατική σχέση με τον εκσυγχρονισμό, καθώς οι ημιαστικές καταβολές του επιτρέπουν τη διατήρηση σχέσεων έλξης-άπωσης με την πρώιμη αστικοποίηση της νεοελληνικής κοινωνίας και τον θεατρικό εκσυγχρονισμό.

Εν κατακλείδι, θα λέγαμε ότι το βιβλίο προβάλλει και αναλύει την άγνωστη, αλλά σημαντική προσφορά του Νίκου Καζαντζάκη στο νεοελληνικό θέατρο της πρώτης  δεκαετίας του 1900. Ο Γλυτζουρής με δεξιοτεχνική γραφή και αμείωτο ενδιαφέρον παρουσιάζει τις «συνομιλίες» του Κρητικού συγγραφέα τόσο με  τους κορυφαίους φιλόσοφους της εποχής του (Νίτσε, Μπερξόν) όσο και τα αισθητικά λογοτεχνικά ρεύματα του τέλους και των αρχών του 20ου αιώνα (Νατουραλισμό, Αισθητισμό, Συμβολισμό και Εξπρεσιονισμό). Ο συγγραφέας αναλύει και τις επιρροές από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτών των ρευμάτων, όπως ο Χένριχ Ίψεν, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Μώρις Μάτερλιγκ, ο Άουγκουστ Στρίντμπεργκ και ο Ρίχαρντ Βάγκνερ. Μέσα από αυτή την γεμάτη επιδράσεις, αντιφάσεις και συγκρούσεις (ιδεολογικές και λογοτεχνικές) πορεία ο Καζαντζάκης ανανέωσε «τη δραματουργική παράδοση του Νεοελληνικού Ρομαντικού Κλασικισμού με νεόκοπα ρομαντικά και κλασικιστικά ιδανικά και κυρίως με μια νέα γλώσσα, τη δημοτική».

 

 


Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Trending Articles